Σε αυτές τις διακοπές παρατηρούσα πολύ τα παιδιά στην παραλία. Ίσως από μια εσωτερική ανάγκη, μια ασυνείδητη, αλλά έντονη επιθυμία να έρθω σε επαφή και να δώσω πνοή στο δικό μου εσωτερικό παιδί… κάποιες φορές τόσο ζωντανό κι άλλες τόσο, μα τόσο παραμελημένο… σχεδόν ξεχασμένο…. Τι γίνεται καθώς μεγαλώνουμε; Ή μάλλον… τι παθαίνουμε;
Ένας μπαμπάς στην παραλία προσπαθεί να μάθει ρακέτες στην κορούλα του. Συνέχεια τη μαλώνει με δυνατή φωνή… για το πώς κρατάει τη ρακέτα, για το πόσο δυνατά χτυπάει, για το πόσο τον ταλαιπωρεί έτσι όπως παίζει… Πιθανότατα έτσι επικριτικά μεγάλωσαν και τον ίδιο και αναπαράγει αυτή τη συμπεριφορά. Όμως ως ενήλικοι άγνοια νόμου έχουμε μόνον, εφόσον το επιλέγουμε. Εφόσον επιλέγουμε το βόλεμα στις οικείες συμπεριφορές και την αναπαραγωγή αυτών αντί για το άνοιγμα στην αυτοπαρατήρηση και την προσπάθεια για αυτοβελτίωση, και για εμάς και για τους γύρω μας.
Λίγα μέτρα πιο ‘κει ένα αγόρι, γύρω στα 11, προσπαθεί να μάθει επίσης ρακέτες σε ένα κοριτσάκι. Της μιλάει με ήρεμη φωνή, της δείχνει με υπομονή ξανά και ξανά πώς να κρατήσει τη ρακέτα, πώς να χτυπήσει το μπαλάκι και δείχνουν και οι δυο παίζοντας να απολαμβάνουν αυτή την εκπαιδευτική διαδικασία. Στην ενήλικη καθημερινότητά μας πώς μπορούμε να κρατήσουμε την κατανόηση για τη διαφορετικότητα και τη χαρά της μάθησης και της εκπαίδευσης σε κάθε στιγμιότυπο της ζωής;
Ξεχασμένα μαθήματα ζωής από τα παιδιά
Αποφασίζω να περπατήσω την παραλία παρατηρώντας. Βλέπω πόσο εύκολα παιδιά άγνωστα μεταξύ τους πλησιάζουν το ένα το άλλο, με διάθεση να μοιραστούν τα παιχνίδια τους και να συνυπάρξουν για κάποιες ώρες. Η συνύπαρξη έχει και τις αναταράξεις της, αλλά κυριαρχεί η χαρά του παιχνιδιού, του μοιράσματος. Γέλια, πλατσουρίσματα στο νερό, κάστρα στην άμμο και στο τέλος μια αποχαιρετιστήρια αγκαλιά ή κι ένα φιλί μεταξύ των μέχρι πρότινος αγνώστων κατεργαρέων. Στην ενήλικη καθημερινότητά μας πόσο εύκολα πλησιάζουμε έναν άγνωστο, με απλότητα και χαρά για τη ζωή, χωρίς στερεότυπα και φόβους για το πώς θα φανούμε, για το «τι θα πει ο κόσμος;». Πόσο απλόχερα μοιραζόμαστε κάτι δικό μας και βιώνουμε τη χαρά της συνύπαρξης;
Οι σκέψεις μου διακόπτονται από τις φωνές τυπικής Ελληνίδας μάνας, της οποίας το παιδί, ο Γιωργάκης -το όνομα του οποίου γνωρίζει πλέον όλη η παραλία- δεν θέλει να αφήσει το παιχνίδι στο νερό, για να φάει. «Είναι ώρα να φας!» εκείνη, «Δεν πεινάω» ο Γιωργάκης. Κι αναρωτιέμαι: τι θα πάθει ο κάθε Γιωργάκης αν φάει πιο αργά; Μήπως ο ίδιος νιώθει καλύτερα τις ανάγκες του; Και το παιχνίδι άλλωστε μας τρέφει. Στην ενήλικη καθημερινότητα μας ακούμε τις πραγματικές μας ανάγκες; Πόσο μας επηρεάζουν – αφήνουμε να μας επηρεάσουν- τα πρέπει των άλλων; Αφήνουμε χώρο και χρόνο για το παιχνίδι ή μας τρώνε οι στόχοι για απόδοση και αυτόματα το κατηγοριοποιούμε ως μη εποικοδομητική δραστηριότητα; Απατηλό το ζύγι της ενήλικης ζυγαριάς…
Ο ήλιος δύει πλέον με γοργούς ρυθμούς κι άλλος ένας μπόμπιρας, σκληρός διαπραγματευτής κι αυτός, αρνείται να βγει από το νερό. «Θέλω να μείνω κι άλλο!». Η μαμά του γελάει και λέει «Σιγά μην δεν ήθελες». Νηφάλια η μαμά αυτή τη φορά, αποδέχεται την «ήττα» της, αφήνει κάτω τα πράγματα που μάζευε και κάθεται να δει κι εκείνη το ηλιοβασίλεμα. Σε λίγο και ο μπόμπιρας βγαίνει και κάθεται δίπλα της… Στην ενήλικη καθημερινότητά μας πόσο συχνά σταματάμε να δούμε ένα ηλιοβασίλεμα;
Ας ξεκινήσουμε τη νέα σχολική χρονιά σαν παιδιά… με αυθορμητισμό, εμπιστοσύνη και χαρά για τη ζωή. Οι ιδιότητες αυτές παραμένουν πηγαίες μέσα μας, ως ένα βαθύ ένστικτο που χρειάζεται ένα θαρραλέο ξεσκόνισμα… Ας το τολμήσουμε!